- προαπονίψας
- προαπονί̱ψᾱς , πρό , ἀπό-νίφωaor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic)προαπονίψᾱς , πρό-ἀπονίζωwash offaor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.